Σύμφωνα με την Lamda Development, το κατασκευαστικό έργο του Ελληνικού (η παλιά συνοικία του αεροδρομίου) που βρίσκεται στη νότια Αθήνα, θα χρειαστεί 7 δισεκατομμύρια ευρώ για τα επόμενα 25 χρόνια. Κατά τα πρώτα πέντε έτη θα διατεθούν 1,5 δισ. ευρώ. Ο επενδυτής σχεδιάζει να επενδύσει στην κατασκευή ιδίων κεφαλαίων που αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα συνεργασίας με τρίτους. Από το 6ο έτος μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, θα επενδυθούν άλλα 5,5 δισ. ευρώ.
Σύγχρονη πολυλειτουργική περιοχή
Υπενθυμίζουμε ότι το αεροδρόμιο του Ελληνικού στην Αθήνα δεν έχει χρησιμοποιηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα για τον επιδιωκόμενο σκοπό. 10.800 οικιστικές μονάδες θα κατασκευαστούν, μερικές από τις οποίες θα βρίσκονται σε δύο πολυώροφα κτίρια με ειδικό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, ξενοδοχείο και εστιατόρια, κτίρια γραφείων, εμπορικά και ψυχαγωγικά κέντρα, πάρκα, μουσεία, καζίνο, πολιτιστικά κτίρια, εμπορικές και αθλητικές εγκαταστάσεις, πολυλειτουργικό συγκρότημα κοινωνικών εκδηλώσεων, ενυδρείο, ιατρικό κέντρο και μαρίνα για γιοτ.
Σταδιακά, το Ελληνικό θα γίνει μια νέα σύγχρονη περιοχή στην οποία θα υπάρχουν όλα τα απαραίτητα για την καθημρινή ζωή, την εργασία και την ψυχαγωγία. Σύμφωνα με την Lamda Development, μετά την ολοκλήρωση, το έργο θα αποφέρει σημαντικά κέρδη. Τα έσοδα από την πώληση και μίσθωση ακίνητης περιουσίας ανέρχονται σε περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ.
Έκδοση μετοχών για την έναρξη του έργου
Λόγω της έλλειψης επενδυτικής υποστήριξης από την πλευρά της, η Lamda Development αποφάσισε να εκδώσει μετοχές προκειμένου να εισπράξει το ποσό που απαιτείται για να ξεκινήσουν οι εργασίες της. Όπως έδειξαν περαιτέρω εξελίξεις, η απόφαση αυτή ήταν πολύ σωστή, δεδομένου ότι η πρώτη έκδοση μετοχών επέφερε 650 εκατομμύρια ευρώ. Στις αρχές του 2020 προβλέπεται η έκδοση εταιρικών ομολόγων ύψους 150 εκατ. ευρώ. Πρόσφατα υπήρχαν πληροφορίες ότι το θέμα των νέων μετοχών της Lamda για € 6,70 έχει ήδη εγκριθεί. Συνολικά, θα εκδοθούν περισσότερα από 97 εκατομμύρια τίτλοι.
Αρχικά, εκπρόσωποι των αραβικών χωρών ήθελαν να ενεργήσουν ως επενδυτές, όμως,τελικά αρνήθηκαν να συνεργαστούν καθώς η αρχή του έργου συνεχώς αναβάλλονταν λόγω της μακράς προετοιμασίας εγγράφων και αδειών στις κρατικές αρχές σε όλα τα επίπεδα, καθώς και λόγω πολύ αυστηρών απαιτήσεων που υπέβαλε η αρχαιολογική υπηρεσία της Ελλάδας.